Σε
συνέχεια της από 30-4-2013 Ανακοινώσεως της Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου και
Αγίου Βλασίου περί «Άκυρων Μυστηρίων», δημοσιεύεται η υπ' αριθμ. 3413/17-9-2013
Συνοδική Απόφαση και η συνημμένη σε αυτή και εγκεκριμένη υπό της Ιεράς Συνόδου
Γνωμοδότηση του Ειδικού Νομικού Συμβούλου της Ιεράς Συνόδου, η οποία εκδόθηκε
μετά από ερώτηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου προς την Ιερά Σύνοδο της
Εκκλησίας της Ελλάδος.
Με την απόφασή της αυτή η Ιερά Σύνοδος αποδέχεται ότι οι «ΒΑΠΤΙΣΕΙΣ», και γενικά τα «μυστήρια» και οι «ιεροπραξίες», που τελούνται από ακοινώνητο Ιερέα είναι ΑΚΥΡΑ.
Πολύ σημαντικό επίσης είναι ότι η Ιερά Σύνοδος αποδέχεται ότι ο ακοινώνητος Κληρικός δεν είναι απλώς ένας Κληρικός που τελεί σε αργία, αλλά εξομοιώνεται με θρησκευτικό λειτουργό άλλης θρησκευτικής κοινότητας που δεν βρίσκεται σε κοινωνία με το καθόλου σύστημα των Ορθοδόξων Εκκλησιών!
Με την Συνοδική αυτή Απόφαση επιβεβαιώνεται για άλλη μιά φορά η ορθότητα των απόψεων της Ιεράς Μητροπόλεως και ότι η Ιερά Μητρόπολη, όπως πάντα, ενημερώνει ορθά και υπεύθυνα το Ποίμνιό της, ώστε να μη παρασύρεται από ανεύθυνες και ψευδείς διδασκαλίες που εξυπηρετούν ιδιοτελείς σκοπιμότητες, που εκτός από την ταλαιπωρία που δημιουργούν έχουν επιπτώσεις και στην σωτηρία του.
Η ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ:
«Σεβασμιώτατε εν Χριστώ αδελφέ,
Συνοδική Αποφάσει, ληφθείση εν τη Συνεδρία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της 5ης μηνός Σεπτεμβρίου ε.έ., και κατόπιν των υπ’ αριθμ. πρωτ. 429/21.8.2013 και 436/26.8.2013 υμετέρων εγγράφων, δι’ ών υποβάλλετε αναφοράν περί των αντικανονικών ενεργειών του Ιερομονάχου Ιγνατίου Σταυροπούλου και διαπυνθάνεσθε περί του πρακτέου, γνωρίζομεν υμίν, ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, εν τη ρηθείση Συνεδρία Αυτής, λαβούσα γνώσιν των ως άνω εγγράφων, απεφάσισεν όπως αποστείλη την υπ’ Αυτής εγκριθείσα Γνωμοδότησιν του ... Ειδικού παρά τη Ιερά Συνόδω Νομικού Συμβούλου, εις υμάς προκειμένου ίνα περαιτέρω αποστείλητε ταύτην εις το Ληξιαρχείον Ναυπάκτου δια τα κατ’ αυτό»
Η ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΑ ΣΥΝΟΔΙΚΩΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:
«Ερωτάται το κύρος της βαπτίσεως από ακοινώνητο πρεσβύτερο.
Κατά την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 685/2011): "όπως έχει κριθεί, το επιτίμιο της, που επιβάλλεται από την Εκκλησία στους λειτουργούς της, δεν προβλέπεται από πολιτειακό νόμο. Ανάγεται στην εσωτερική μυστηριακή σχέση κοινωνίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους λειτουργούς της, στη σχέση δε αυτή οι τελευταίοι αυτοπροαιρέτως προσχωρούν δια της ιερωσύνης. Το επιτίμιο αυτό επιβάλλεται από την Εκκλησία ως πνευματικό οργανισμό και προβλέπεται από ιερούς κανόνες πνευματικής φύσεως [Κανών 5 Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, Κ. 8 Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Κανόνες 2 και 17 Συνόδου Αντιοχείας, Κανόνες 29 (37) και 79 (87) Συνόδου Καρθαγένης κ.α.]. Η επιβολή δε του επιτιμίου της, ως πράξη πνευματικού περιεχομένου μη προβλεπομένη από πολιτειακό νόμο και συνεπαγομένη την στέρηση της μεταλήψεως της θείας κοινωνίας, την αδυναμία μεταδόσεως της θείας κοινωνίας στους πιστούς καθώς και την απαγόρευση τελέσεως της θείας λειτουργίας και των άλλων ιεροπραξιών....".
Εν ολίγοις ο μη έχων κοινωνία με την Εκκλησία της Ελλάδος πρεσβύτερος δεν δύναται να τελεί ιεροπραξίες, επομένως και τα Ιερά Μυστήρια, που προσήκουν στην ιερωσύνη του. Ο ακοινώνητος πρεσβύτερος εξομοιώνεται δηλαδή, ενόσω διαρκεί το επιτίμιό του, όχι απλώς με θρησκευτικό λειτουργό τελούντα σε αργία, αλλά με θρησκευτικό λειτουργό άλλης θρησκευτικής κοινότητας μη έχουσας κοινωνία μετά του συστήματος των Ορθοδόξων Εκκλησιών, και έτι μάλλον ούτε και την μετάληψη της Θείας Κοινωνίας δύναται να δέχεται ο ίδιος ως απλό μέλος της Εκκλησίας.
Κατά συνέπεια, βάπτισμα τελεσθέν από ακοινώνητο πρεσβύτερο είναι άκυρο (δεν μεταχειρίζομαι τον όρο «ανυπόστατο», γιατί αυτός είναι όρος του άρθρου 1372 του Αστικού Κώδικα, που προσιδιάζει στον γάμο, που αποτελεί και δικαιοπραξία, ενώ το βάπτισμα είναι αμιγώς ιεροπραξία, πρβλ. και γνωμδ. Επιτροπής Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων υπ’ αριθμ. 4554/2954ΝΚ/2280/1982).
Πέραν των ανωτέρω όμως εκ των εγγράφων του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου ανακύπτει ένα σοβαρό ζήτημα, αυτό της ελλείψεως ενημερώσεως των ληξιαρχικών αρχών της χώρας για πρεσβυτέρους, που καθαιρούνται ή τους επιβάλλεται αργία ή ακοινωνησία ή εν πάση περιπτώσει, υπό άλλη διατύπωση, το πρόβλημα της πιστοποιήσεως των προελεύσεως των δηλουμένων στις ληξιαρχικές αρχές ιεροπραξιών από κληρικούς ή όχι της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίον δύναται να λυθεί δια της καταλογογραφήσεως των κληρικών, οι οποίοι καθαιρούνται ή άλλως πως τιμωρούνται με αποτέλεσμα να κωλύονται στην τέλεση ιεροπραξιών κατά το ορθόδοξο δόγμα και της θέσεως του καταλόγου στην διάθεση των ληξιαρχικών αρχών».
Με την απόφασή της αυτή η Ιερά Σύνοδος αποδέχεται ότι οι «ΒΑΠΤΙΣΕΙΣ», και γενικά τα «μυστήρια» και οι «ιεροπραξίες», που τελούνται από ακοινώνητο Ιερέα είναι ΑΚΥΡΑ.
Πολύ σημαντικό επίσης είναι ότι η Ιερά Σύνοδος αποδέχεται ότι ο ακοινώνητος Κληρικός δεν είναι απλώς ένας Κληρικός που τελεί σε αργία, αλλά εξομοιώνεται με θρησκευτικό λειτουργό άλλης θρησκευτικής κοινότητας που δεν βρίσκεται σε κοινωνία με το καθόλου σύστημα των Ορθοδόξων Εκκλησιών!
Με την Συνοδική αυτή Απόφαση επιβεβαιώνεται για άλλη μιά φορά η ορθότητα των απόψεων της Ιεράς Μητροπόλεως και ότι η Ιερά Μητρόπολη, όπως πάντα, ενημερώνει ορθά και υπεύθυνα το Ποίμνιό της, ώστε να μη παρασύρεται από ανεύθυνες και ψευδείς διδασκαλίες που εξυπηρετούν ιδιοτελείς σκοπιμότητες, που εκτός από την ταλαιπωρία που δημιουργούν έχουν επιπτώσεις και στην σωτηρία του.
Η ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ:
«Σεβασμιώτατε εν Χριστώ αδελφέ,
Συνοδική Αποφάσει, ληφθείση εν τη Συνεδρία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της 5ης μηνός Σεπτεμβρίου ε.έ., και κατόπιν των υπ’ αριθμ. πρωτ. 429/21.8.2013 και 436/26.8.2013 υμετέρων εγγράφων, δι’ ών υποβάλλετε αναφοράν περί των αντικανονικών ενεργειών του Ιερομονάχου Ιγνατίου Σταυροπούλου και διαπυνθάνεσθε περί του πρακτέου, γνωρίζομεν υμίν, ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, εν τη ρηθείση Συνεδρία Αυτής, λαβούσα γνώσιν των ως άνω εγγράφων, απεφάσισεν όπως αποστείλη την υπ’ Αυτής εγκριθείσα Γνωμοδότησιν του ... Ειδικού παρά τη Ιερά Συνόδω Νομικού Συμβούλου, εις υμάς προκειμένου ίνα περαιτέρω αποστείλητε ταύτην εις το Ληξιαρχείον Ναυπάκτου δια τα κατ’ αυτό»
Η ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΑ ΣΥΝΟΔΙΚΩΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:
«Ερωτάται το κύρος της βαπτίσεως από ακοινώνητο πρεσβύτερο.
Κατά την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 685/2011): "όπως έχει κριθεί, το επιτίμιο της, που επιβάλλεται από την Εκκλησία στους λειτουργούς της, δεν προβλέπεται από πολιτειακό νόμο. Ανάγεται στην εσωτερική μυστηριακή σχέση κοινωνίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους λειτουργούς της, στη σχέση δε αυτή οι τελευταίοι αυτοπροαιρέτως προσχωρούν δια της ιερωσύνης. Το επιτίμιο αυτό επιβάλλεται από την Εκκλησία ως πνευματικό οργανισμό και προβλέπεται από ιερούς κανόνες πνευματικής φύσεως [Κανών 5 Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, Κ. 8 Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Κανόνες 2 και 17 Συνόδου Αντιοχείας, Κανόνες 29 (37) και 79 (87) Συνόδου Καρθαγένης κ.α.]. Η επιβολή δε του επιτιμίου της, ως πράξη πνευματικού περιεχομένου μη προβλεπομένη από πολιτειακό νόμο και συνεπαγομένη την στέρηση της μεταλήψεως της θείας κοινωνίας, την αδυναμία μεταδόσεως της θείας κοινωνίας στους πιστούς καθώς και την απαγόρευση τελέσεως της θείας λειτουργίας και των άλλων ιεροπραξιών....".
Εν ολίγοις ο μη έχων κοινωνία με την Εκκλησία της Ελλάδος πρεσβύτερος δεν δύναται να τελεί ιεροπραξίες, επομένως και τα Ιερά Μυστήρια, που προσήκουν στην ιερωσύνη του. Ο ακοινώνητος πρεσβύτερος εξομοιώνεται δηλαδή, ενόσω διαρκεί το επιτίμιό του, όχι απλώς με θρησκευτικό λειτουργό τελούντα σε αργία, αλλά με θρησκευτικό λειτουργό άλλης θρησκευτικής κοινότητας μη έχουσας κοινωνία μετά του συστήματος των Ορθοδόξων Εκκλησιών, και έτι μάλλον ούτε και την μετάληψη της Θείας Κοινωνίας δύναται να δέχεται ο ίδιος ως απλό μέλος της Εκκλησίας.
Κατά συνέπεια, βάπτισμα τελεσθέν από ακοινώνητο πρεσβύτερο είναι άκυρο (δεν μεταχειρίζομαι τον όρο «ανυπόστατο», γιατί αυτός είναι όρος του άρθρου 1372 του Αστικού Κώδικα, που προσιδιάζει στον γάμο, που αποτελεί και δικαιοπραξία, ενώ το βάπτισμα είναι αμιγώς ιεροπραξία, πρβλ. και γνωμδ. Επιτροπής Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων υπ’ αριθμ. 4554/2954ΝΚ/2280/1982).
Πέραν των ανωτέρω όμως εκ των εγγράφων του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου ανακύπτει ένα σοβαρό ζήτημα, αυτό της ελλείψεως ενημερώσεως των ληξιαρχικών αρχών της χώρας για πρεσβυτέρους, που καθαιρούνται ή τους επιβάλλεται αργία ή ακοινωνησία ή εν πάση περιπτώσει, υπό άλλη διατύπωση, το πρόβλημα της πιστοποιήσεως των προελεύσεως των δηλουμένων στις ληξιαρχικές αρχές ιεροπραξιών από κληρικούς ή όχι της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίον δύναται να λυθεί δια της καταλογογραφήσεως των κληρικών, οι οποίοι καθαιρούνται ή άλλως πως τιμωρούνται με αποτέλεσμα να κωλύονται στην τέλεση ιεροπραξιών κατά το ορθόδοξο δόγμα και της θέσεως του καταλόγου στην διάθεση των ληξιαρχικών αρχών».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου